"Θα μπορούσα να είμαι καλύτερη μαμά". "Θα έπρεπε να τα κάνω καλύτερα". "Δεν κάνω αρκετά". Αυτές είναι φράσεις που ακούω συχνά, σε μια συνεδρία, σε μια ομάδα. "Τι εννοείτε", λέω, και ο κατάλογος περιλαμβάνει κάτι από τα ακόλουθα:
-"Δεν είμαι αρκετά παρούσα. Δουλεύω πολύ".
-"Δεν βοηθάω τα παιδιά μου να ξεπεράσουν το άγχος τους".
-"Δεν τα βοηθάω να είναι καλοί μαθητές".
-"Δεν έχει αρκετούς φίλους, πρέπει να κάνω κάτι γι αυτό".
-"Χτυπάει τα άλλα παιδάκια στην παιδική χαρά. Είναι κάποιο λάθος που έχω κάνει στη διαπαιδαγώγησή του".
-"Ζητάνε συνέχεια γλυκά. Έχω αποτύχει στο να τα μάθω να συγκρατούν τον εαυτό τους".
-"Ζητάει συνέχεια δώρα. Το έχω κακομάθει".
-"Έχω χωρίσει με τον μπαμπά τους, τα έχω πληγώσει, και αυτό θα αφήσει τραύματα που θα κουβαλάνε".
-"Έχω κάνει λάθη, θα με κρίνουν μια μέρα, θα τα λένε στους φίλους τους, στους ψυχοθεραπευτές τους".
-"Όλοι βλέπουν τη συμπεριφορά τους και σκέφτονται, ότι φταίω εγώ".
Εντάξει λέω συνήθως, αυτές είναι σοβαρές ανησυχίες. Δεν μπαίνω όμως, αμέσως στον κόπο να τις διερευνήσω. Επειδή έχω κάνει μια προσωπική παρατήρηση: όσο πιο πετυχημένη, ικανή, έξυπνη, με αγάπη και ενδιαφέρον για τα παιδιά της είναι μια γυναίκα, τόσο πιο πιθανό είναι να ξεστομίσει τη φράση:
"Δεν είμαι πολύ καλή μαμά".
Μία άσκηση που προτείνω συχνά στις ομάδες γονέων, είναι να γράψουν μια λίστα με όσα τους ζητούσαν οι γονείς τους, και όσα τους έδιναν. Είναι μια άσκηση αυτογνωσίας. Οι μαμάδες λοιπόν, “που δεν είναι πολύ καλές μαμάδες και θα έπρεπε να είναι καλύτερες”, έχουν συνήθως τις λίστες εκείνες που περιγράφουν μια παιδική ηλικία δύσκολη, γεμάτη απαιτήσεις, γεμάτη μπελάδες, γεμάτη πόνο.
Κι ενώ μπορεί να είναι πολύ διαφορετικές με τα παιδιά τους, να είναι γεμάτες κατανόηση και καλοσύνη, και αγάπη και ενδιαφέρον, δεν είναι έτσι με τον εαυτό τους. Είναι σκληρές, όπως σκληρό ήταν το περιβάλλον κάποτε. Είναι πολύ απαιτητικές από τον εαυτό τους, όπως απαιτητικό, αυστηρό, και χωρίς κατανόηση ήταν το περιβάλλον κάποτε γι αυτές. Είναι υπερ- υπεύθυνες, παίρνοντας επάνω τους ακόμα και την ευθύνη, που δεν τους ανήκει, επειδή έτσι έπρεπε να κάνουν σε ένα στερητικό περιβάλλον. Είναι ενοχικές, γιατί έμαθαν να γυρίζουν πάντα το θυμό μέσα τους, αντί να τον κατευθύνουν προς τα έξω, όπως και όπου πρέπει.
Όσο πιο πετυχημένη, ικανή, έξυπνη, με αγάπη και ενδιαφέρον για τα παιδιά της είναι μια γυναίκα, τόσο πιο πιθανό είναι να ξεστομίσει τη φράση: "Δεν είμαι πολύ καλή μαμά".
Αφού είναι δύσκολο λοιπόν, να έχουν έναν λόγο επιεικείας και συγχώρεσης για τον ευατό τους, αναλαμβάνουμε εμείς οι θεραπευτές, να τους πούμε: Κάνε μια λίστα με όλα όσα έχεις δώσει εσύ στο παιδί σου. Κάνε μια λίστα με τα καλά που έχεις κάνει. Γράψτα όλα. Όχι αυτά που θα ήθελες ή “θα μπορούσες να είχες κάνει”.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: ΟΙ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ ΤΩΝ ΠΟΛΥ ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ
Κάντε το κι εσείς. Κάντε μια λίστα με όλα αυτά που έχετε δώσει στο παιδί σας. Δεν υπάρχει αυτό που λένε, ότι “μπορείς και καλύτερα”. Αυτή η φράση είναι κάτι, που απλά μας έλεγαν, και δεν την έχουμε υποβάλει ποτέ σε αμφισβήτηση. Κάνουμε πάντα το καλύτερο που μπορούμε, είναι η αλήθεια. Παίρνοντας υπόψη τις συνθήκες, και την προσωπική μας ιστορία. Αν μπορούσαμε κάτι άλλο, θα το είχαμε κάνει. Και είναι εντάξει αυτό. Είναι εντελώς εντάξει. Μόνο αρχίζοντας από αυτή τη βάση μπορούμε να αλλάξουμε, όσα θέλουμε να αλλάξουμε. Μόνο τότε μπορεί να αρχίσει η διερεύνηση για το πώς να βρούμε έναν άλλο τρόπο να είμαστε με τα παιδιά μας.
Ο διάσημος παιδίατρος και ψυχαναλυτής D. Winnicott διατύπωσε την άποψη ότι τα παιδιά δεν χρειάζονται μια τέλεια μαμά. Χρειάζονται μια “αρκετά καλή μαμά”.Είστε πάντα η καλύτερη δυνατή μαμά, έτσι κι αλλιώς, που έχει το παιδί σας. Επειδή είστε η μαμά του. Δώστε της λίγη από την αγάπη και επιείκεια που έχετε για εκείνο.
Στην Π., και σε όλες τις- όχι- πολύ -τέλειες μαμάδες που έχω γνωρίσει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: ΠΩΣ ΘΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΠΟΥ ΧΡΕΙΑΖΟΝΤΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ;
Ακολουθήστε μας στο Instagram και πάρτε ιδέες και έμπνευση για μια ακόμη καλύτερη ζωή
Photo Kenny Krosky via unsplash

Η Ειρήνη Γεωργίου είναι ψυχοθεραπεύτρια. Σπούδασε φιλοσοφία, παιδαγωγική και ψυχολογία στα πανεπιστήμια της Αθήνας (ΕΚΠΑ) και του Παρισιού (Paris XII- Val de Marne) και πήρε το μεταπτυχιακό της δίπλωμα από το ΑΠΘ στη συστηματική φιλοσοφία. Μετεκπαιδεύτηκε στην κλινική ψυχολογία στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο, και στην ψυχοθεραπεία Gestalt από το Gestalt Foundation. Έχει εκπαιδευτεί επίσης στην διαχείριση άγχους από το British Stress Consultancy, και στις διατροφικές διαταραχές από το Ελληνικό Κέντρο Διατροφικών Διαταραχών.
Αυτό τον καιρό συντονίζει βιωματικές ομάδες (διαχείριση άγχους, ομάδα γονέων, ομάδα ενδυνάμωσης εφήβων) στο Ίδρυμα Θεοχαράκη καθώς και τη βιωματική ομάδα “τι συμβαίνει με τις σχέσεις”, στο προσωπικό της γραφείο στην Κηφισιά.
Για περισσότερες πληροφορίες κάντε κλικ εδώ